Γαϊδουράγκαθο σπόροι
Ιδανικό βότανο για το συκώτι.
1,00 €
Το γαϊδουράγκαθο
είναι ένα επιβλητικό φυτό και οι καρποί του αντιμετωπίζουν αποτελεσματικά τοξικές ηπατικές βλάβες, όπως προβλήματα που υπάρχουν στο συκώτι. Η επιτροπή Ε συνιστά τους καρπούς του γαϊδουράγκαθου διότι υποστηρίζει με τον καταλληλότερο τρόπο τις θεραπείες για τις χρόνιες ηπατοπάθειες, τοξικές ηπατικές νόσους και κίρρωση του ήπατος. Αυτό που καθιστά το γαϊδουράγκαθο βασιλιά των βοτάνων για την αντιμετώπιση των ηπατικών παθήσεων είναι η φλαβονολιγνάνη ή σιλυμαρίνη. Το συστατικό αυτό του καρπού του γαϊδουράγκαθου ενδυναμώνει την κυτταρική μεμβράνη με αποτέλεσμα να αποτρέπει τις τοξικές ουσίες να διεισδύουν στο εσωτερικών των οργάνων, δίνοντας τον την ικανότητα αναγέννησης των ηπατικών κυττάρων. Ακόμα, οι καρποί του γαϊδουράγκαθου χρησιμοποιούνται για γαστρεντερικά ενοχλήματα, ναυτία και ενοχλήματα της χολής. Καταναλώστε 3-4 φλιτζάνια την ημέρα, βράστε 4 λεπτά τους σπόρους και στη συνέχεια αφήστε τους για 10 λεπτά στο νερό, σουρώστε και πιείτε το. Επιπροσθέτως, οι φυσικές σταγόνες του γαϊδουράγκαθου είναι ιδιαίτερα αποτελεσματικές ΔΕΙΤΕ ΕΔΩ
Επιστημονική ονομασία:
Silybum marianum
Ανά σύστημα οργανισμού | Ήπαρ – χολή |
---|---|
Φύλο | Άντρας, Γυναίκα, Παιδί |
Είδος | Βότανο |
Συσκευασία | 50gr |
Σύμφωνα με την European Medicines Agency καλό είναι να αποφεύγετε την χρήση των σπόρων γαϊδουράγκαθου κατά την διάρκεια της εγκυμοσύνης ή του θηλασμού χωρίς να ενημερώσετε τον ιατρό σας.
Σύμφωνα με έναν αρχαίο μύθο από την Αίγυπτο, το φυτό του γαϊδουράγκαθου ονομάζεται και το «Σίλυβο της Παναγίας». Η ονομασία αυτή, δόθηκε διότι όπως λέγεται η Παναγία κατά την φυγή της προς την Αίγυπτο, σταμάτησε να ξεκουραστεί και να θηλάσει το βρέφος της σε ένα ήσυχο μέρος δίπλα σε ένα σίλυβο. Το σίλυβο πιστεύεται ότι παρατήρησε την μητέρα και το βρέφος και δημιούργησε μια προστατευτική στέγη από πάνω τους ώσπου μερικές σταγόνες γάλακτος έπεσαν πάνω του και από τότε το βότανο έχει λευκές κηλίδες στα φύλλα του.
Ακόμα, η σημερινή χρήση του για τις ηπατοπάθειες οφείλεται στον γιατρό Johann Gottfried (1772-1850) ο οποίος φαίνεται να θεράπευε τέτοιου είδους ασθένειες.